ΑΝΝΑ ΦΩΤΙΑΔΟΥ

(1902 μ.Χ Νέο-Χαραμπά, Γεωργία - 1996 μ.Χ Ρωσία)
  • Η Άννα Φωτιάδου γεννήθηκε το 1902 στο Νέο-Χαραμπά, ένα ποντιακό χωριό της Γεωργίας.
    Οι γονείς της ήταν Τραπεζούντιοι και είχαν μετανάστευσαν στη Γεωργία το 1856 όπου εκεί
    παντρεύτηκαν, απέκτησαν τρεις κόρες με την τέταρτη να γεννιέται στην Τραπεζούντα μετά

    από χρόνια.

    Η Άννα Φωτιάδου γνώριζε πολύ καλά την ποντιακή γλώσσα και τη μιλούσε έως τα 94 της
    χρόνια που απεβίωσε. Υπήρξε μια γυναίκα έξυπνη με εξαιρετική μνήμη, διαυγής και με
    μεγάλη σωματική δύναμη. Βρισκόταν πάντα σε καλή φυσική κατάσταση, απέφευγε τα
    φάρμακα και πάντοτε φορούσε μαντίλα στο κεφάλι της και φρόντιζε να σκεπάσει την πλάτη

    της με μάλλινη μαντίλα.

    Λέγεται πως η πηγή των δια χειρών θεραπευτικών της γνώσεων ίσως ήταν η ίδια της η
    γιαγιά, αλλά πολύ πιθανό να μαθήτευσε και κοντά σε άλλους. Ακόμη, κατείχε το ρόλο της
    νοσηλεύτριας του χωριού σε νεαρή ηλικία, αφού με το ψηλάφισμά της ήταν σε θέση να
    διαγνώσει ασθένειες, αλλά στις περιπτώσεις που δεν μπορούσε να θεραπεύσει κάποιον τον
    παρέπεμπε στο νοσοκομείο της περιοχής. Σύμφωνα με μια διήγηση, είχε αναλάβει μια
    γυναίκα κατάκοιτη, ταλαιπωρημένη και με πόνους, όπου η Άννα Φωτιάδου με μαλάξεις,
    βεντούζες και δια χειρός τεχνικές έκανε την ασθενή της να αισθάνεται πολύ καλύτερα και να

    της λέει: «νιώθω πως πετάω, μόνο που με ακουμπάς γίνομαι καλά».

    Υπήρξε θρήσκα γυναίκα με σεβασμό κυρίως απέναντι στους νεκρούς τους οποίους του
    ετοίμαζε και τους περιποιούνταν, ενώ προσεύχονταν. Επιπλέον, όταν κάποιος φοβόταν το
    θάνατο, του τοποθετούσε διάφορα υγρά, τον άφηνε τρεις μέρες κι έπειτα του ζητούσε να
    κάνει εισπνοές με την πετσέτα, που είχε βουτήξει σε ειδικό μείγμα, το οποίο διέλυε μέσα στο
    νερό και του έλεγε να πλυθεί με αυτό σπίτι του για να του φύγει ο φόβος του θανάτου κι έτσι

    γινόταν.

    Οι ικανότητες της πάνω στην δια χειρός θεραπεία την έκαναν περιζήτητη ακόμη και στα
    γειτονικά χωριά και οι τεχνικές που είχε διδαχτεί αφορούσαν τα εξής:
    Αρχικά, ήταν σε θέση να κάνει χειρισμούς, όπως αν κάποιος για παράδειγμα έβγαζε το χέρι
    του, του το τοποθετούσε στην αρχική του θέση και σε περιπτώσεις που κάποιος τραυμάτιζε
    κάποιο κόκαλο έσφαζε ένα σπουργίτι και το έβαζε στο σημείο της πληγής. Έπειτα, εάν σε
    κάποιον είχε μετακινηθεί ομφαλός του («τσήπα» στα ποντιακά), τον έβαζε στη θέση του και
    στη συνέχεια με ένα μείγμα, που παραμένει άγνωστη η συνταγή του, τύλιγε σε ένα πανί το
    μείγμα, το ακουμπούσε στο πετρέλαιο, του έβαζε φωτιά και με αυτό ζέσταινε μέσα το βάζο
    ενός λίτρου, το οποίο το κάρφωνε στον ομφαλό κι έτσι τον έβαζε πάλι στην αρχική του θέση.
    Όσον αφορά τους πόνους στην οσφυϊκή μοίρα, έφτιαχνε ένα μείγμα, το οποίο διατηρούσε
    ζεστό για ώρα και στη συνέχεια το άπλωνε στη μέση δένοντάς το παράλληλα. Για τις ρήξεις
    πλευρών έβαζε το χέρι της βαθιά στην κοιλιά και με μια τεχνική τα σήκωνε, ώστε να μη
    πιέζουν την κοιλιακή χώρα. Επιπλέον, στα βαθιά κρυολογήματα εφάρμοζε βεντούζες στην
    πλάτη και σε περιπτώσεις που κάποιος είχε κάτι στο μάτι του με μια συγκεκριμένη τεχνική

    του γύριζε το βλέφαρο και το έβγαζε.

  • Σε γυναίκες που αδυνατούσαν να τεκνοποιήσουν, τοποθετούσε έναν επίδεσμο από πανί στη
    μέση τους βρεγμένο με ένα μίγμα που ονομάζονταν «γιαχνούν» και με σκοινιά τραβούσε τη
    μήτρα με αποτέλεσμα έπειτα από λίγο καιρό οι παραπάνω γυναίκες να κυοφορούν. Εάν
    κάποια γυναίκα είχε ρήξη μήτρας αποκλειστικά μέσω δια χειρός τεχνικών «σήκωνε» τη

    μήτρα και την έβαζε στη θέση της.

    Τους ανθρώπους που είχαν πρόβλημα με αιμορροΐδες τους παρείχε διάφορα βιολογικά
    μείγματα όπως και στις ρήξεις εντέρου που το έλεγε «γιατρικόν». Για όλα τα τραύματα
    γνώριζε το είδος του μείγματος που θα χρησιμοποιήσει για να γιατρέψει τον ασθενή της και
    τα φυτά τα μάζευε η ίδια από το δάσος, όπου ήξερε και τις θεραπευτικές ιδιότητες των
    φυτών, αλλά και πότε φυτρώνουν για να τα μαζεύει. Τέλος, σε περιπτώσεις όπου μια πληγή
    μάζευε πύον χρησιμοποιούσε είτε κάποιο φυτό είτε κάποιο μείγμα για να το αντιμετωπίσει
    και σε σύντομο χρονικό διάστημα η πληγή καθάριζε χωρίς την επιπλέον φαρμακευτική

    χρήση.

    Η Άννα Φωτιάδου απεβίωσε το 1996 με τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής της να τα περνά
    στη Ρωσία μαζί με το μικρό της υιό. Είχε έξι παιδιά στο σύνολο κι ίσως να ζούσε
    περισσότερο αν δεν την είχε στιγματίσει τόσο ο ξεριζωμός της. Έως την Κοίμησή της
    κατείχε σώας στα φρένας με εξαιρετικό μνημονικό και χωρίς προβλήματα υγείας να την
    ταλαιπωρούν περαιτέρω στεκούμενη στα πόδια της, καλλιεργώντας, φροντίζοντας τον
    μπαχτσέ της και περπατώντας όλο το δάσος αναζητώντας και μαζεύοντας φυτά.
    Όλα τα παραπάνω αποτελούν μαρτυρία της εγγονής της Άννας Φωτιάδου, Δέσποινας
    Φωτιάδου.